menu
Σύνδεση
·
Εγγραφείτε
Γλώσσα
English
|
español
français
|
Deutsch
русский
|
中文
português
|
العربية
italiano
|
日本語
Türkçe
|
B. Indonesia
Nederlands
|
polski
svenska
|
한국어
हिन्दी
|
українська
čeština
|
română
...περισσότερα
Afrikaans
|
azərb.
B. Melayu
|
বাংলা
भोजपुरी
|
bosanski
български
|
català
Cebuano
|
dansk
eesti
|
Ελληνικά
Esperanto
|
فارسی
ગુજરાતી
|
հայերեն
hrvatski
|
íslenska
עברית
|
Jawa
ಕನ್ನಡ
|
ქართული
Kiswahili
|
кыргызча
latviešu
|
lietuvių
Lëtzebuerg.
|
magyar
македон.
|
മലയാളം
मराठी
|
မြန်မာဘာသာ
नेपाली
|
norsk
ଓଡ଼ିଆ
|
oʻzbekcha
ਪੰਜਾਬੀ
|
қазақша
shqip
|
සිංහල
slovenčina
|
slovenšč.
српски
|
suomi
Tagalog
|
தமிழ்
తెలుగు
|
ไทย
Tiếng Việt
|
тоҷикӣ
Türkmençe
|
اردو
Αρχική σελίδα
Μαθήματα
Άρθρα
Χάρτες
Όλα τα κείμενα
Λεξικό
Φόρουμ
Βιβλιοθήκη PDF
Σύνδεση
Εγγραφείτε
Οδηγός
Εφαρμογή
Λεξιλόγιο
Άρθρα
Λεξικό
Φόρουμ
Επικοινωνία
Σχετικά με εμένα
turn out
(EN)
φραστικό ρήμα
φραστικό ρήμα “turn out”
καταλήγω
Εγγραφείτε
για να δείτε τις μεταφράσεις των παραδειγμάτων προτάσεων και τους μονογλωσσικούς ορισμούς κάθε λέξης.
I was nervous about starting my new job, but it
turned
out
to be a great experience.
αποδεικνύομαι
It
turned
out
that the missing document was on my desk the whole time.
παρευρίσκομαι σε μια εκδήλωση ή συγκέντρωση
A large crowd
turned
out
to welcome the team back home.
παράγω ή κατασκευάζω κάτι, ειδικά σε μεγάλες ποσότητες
The factory
turns
out
thousands of shoes every week.
σβήνω
Please remember to
turn
out
the lights when you leave the room.
αδειάζω
He
turned
out
his pockets looking for his lost wallet.
ξεφορμάρω
After baking, she
turned
out
the cake onto a cooling rack.
διώχνω
The landlord had to
turn
out
the tenants who were not paying rent.
(ανεπίσημο)
να σηκωθείς από το κρεβάτι
We have to
turn
out
early tomorrow to catch the flight.
βγάζω
(για βοσκή)
The farmer
turns
out
the sheep onto the hillside every morning.
απεργώ
The workers decided to
turn
out
to protest the new policies.
they
deeply
uncle
tour