ρήμα “highlight”
απαρέμφατο highlight; αυτός highlights; αόριστος highlighted; μετοχή αορ. highlighted; μετοχή ενεστ. highlighting
- τονίζω
Εγγραφείτε για να δείτε τις μεταφράσεις των παραδειγμάτων προτάσεων και τους μονογλωσσικούς ορισμούς κάθε λέξης.
The report highlighted the need for more research in renewable energy sources.
- υπογραμμίζω με φωσφοριζέ στυλό
Before the exam, she highlighted all the key points in her notes to make them stand out.
- κάνω ανταύγειες στα μαλλιά
She decided to highlight her brown hair with blonde streaks for the summer.
ουσιαστικό “highlight”
ενικός highlight, πληθυντικός highlights ή μη μετρήσιμο
- αποκορύφωμα
The highlight of the concert was the surprise guest performance by a famous singer.
- φωτεινό σημείο (στην τέχνη)
In her portrait, the highlights on her cheeks and eyes brought her face to life, making it the focal point of the painting.
- ανταύγεια (στα μαλλιά)
She decided to add pink highlights to her brown hair for a fun, summer look.