ρήμα “denote”
απαρέμφατο denote; αυτός denotes; αόριστος denoted; μετοχή αορ. denoted; μετοχή ενεστ. denoting
- συμβολίζει
Εγγραφείτε για να δείτε τις μεταφράσεις των παραδειγμάτων προτάσεων και τους μονογλωσσικούς ορισμούς κάθε λέξης.
In the map legend, a blue line denotes a river, and a red line denotes a highway.
- σημαίνει
These particular symptoms denote a heart attack.