·

behind (EN)
πρόθεση, επίρρημα, επίθετο, ουσιαστικό

πρόθεση “behind”

behind
  1. πίσω από
    She parked her car behind the building.
  2. πίσω από (σε πρόοδο ή παιχνίδι)
    Our team is two goals behind the opponents.
  3. πίσω από (υποστηρίζοντας)
    The community is behind the new park project.
  4. πίσω από (υπεύθυνος για)
    The police are looking for the person behind the theft.
  5. πίσω από (κρυμμένος)
    Behind the clouds, the sun was still shining.

επίρρημα “behind”

behind
  1. πίσω
    She walked ahead while he followed behind.
  2. πίσω (παραμένοντας)
    He left his bag behind at the restaurant.
  3. πίσω (καθυστερημένα)
    The train is running behind today.
  4. πίσω (στο παρελθόν)
    Let's put the bad memories behind.

επίθετο “behind”

βασική μορφή behind, μη βαθμ.
  1. πίσω (καθυστερημένος)
    She is behind with her assignments.

ουσιαστικό “behind”

ενικός behind, πληθυντικός behinds
  1. ποπός
    He slipped on the ice and landed on his behind.