ουσιαστικό “tube”
ενικός tube, πληθυντικός tubes
- σωλήνας
Εγγραφείτε για να δείτε τις μεταφράσεις των παραδειγμάτων προτάσεων και τους μονογλωσσικούς ορισμούς κάθε λέξης.
They used tubes to deliver air to the underwater divers.
- σωληνάριο
She bought a tube of sunscreen for their beach trip.
- το σύστημα υπόγειου σιδηρόδρομου του Λονδίνου
He takes the Tube to get around London.
- τηλεόραση
They spent the night watching the game on the tube.
ρήμα “tube”
απαρέμφατο tube; αυτός tubes; αόριστος tubed; μετοχή αορ. tubed; μετοχή ενεστ. tubing
- σωληνώνω (βάζω σε σωλήνα)
The factory tubes the products before shipment.
- κάνω σωληνοδρομία, ειδικά στο νερό ή στο χιόνι
They went tubing down the river all afternoon.
- (στην ιατρική) η εισαγωγή ενός σωλήνα στο σώμα κάποιου για να βοηθήσει στην αναπνοή ή για άλλους ιατρικούς σκοπούς
The doctor tubed the patient during the surgery.