menu
Σύνδεση
·
Εγγραφείτε
Γλώσσα
English
|
español
français
|
Deutsch
русский
|
中文
português
|
العربية
italiano
|
日本語
Türkçe
|
B. Indonesia
Nederlands
|
polski
svenska
|
한국어
हिन्दी
|
українська
čeština
|
română
...περισσότερα
Afrikaans
|
azərb.
B. Melayu
|
বাংলা
भोजपुरी
|
bosanski
български
|
català
Cebuano
|
dansk
eesti
|
Ελληνικά
Esperanto
|
فارسی
ગુજરાતી
|
հայերեն
hrvatski
|
íslenska
עברית
|
Jawa
ಕನ್ನಡ
|
ქართული
Kiswahili
|
кыргызча
latviešu
|
lietuvių
Lëtzebuerg.
|
magyar
македон.
|
മലയാളം
मराठी
|
မြန်မာဘာသာ
नेपाली
|
norsk
ଓଡ଼ିଆ
|
oʻzbekcha
ਪੰਜਾਬੀ
|
қазақша
shqip
|
සිංහල
slovenčina
|
slovenšč.
српски
|
suomi
Tagalog
|
தமிழ்
తెలుగు
|
ไทย
Tiếng Việt
|
тоҷикӣ
Türkmençe
|
اردو
Αρχική σελίδα
Δωροεπιταγές
Μαθήματα
Άρθρα
Χάρτες
Όλα τα κείμενα
Λεξικό
Φόρουμ
Βιβλιοθήκη PDF
Σύνδεση
Εγγραφείτε
Οδηγός
Εφαρμογή
Λεξιλόγιο
Άρθρα
Λεξικό
Φόρουμ
Επικοινωνία
Σχετικά με εμένα
student account
(EN)
φράση
φράση “student account”
φοιτητικός λογαριασμός
(τραπεζικός λογαριασμός σχεδιασμένος για φοιτητές, που συνήθως προσφέρει ειδικά οφέλη ή χαμηλότερες χρεώσεις)
Εγγραφείτε
για να δείτε τις μεταφράσεις των παραδειγμάτων προτάσεων και τους μονογλωσσικούς ορισμούς κάθε λέξης.
When Emily started university, she opened a
student
account
that offered free transactions and a low-interest overdraft.
λογαριασμός μαθητή
(στην πληροφορική, ένας λογαριασμός που αποδίδεται σε έναν μαθητή για πρόσβαση σε υπολογιστικά συστήματα ή διαδικτυακές υπηρεσίες)
Each new student receives a
student
account
to log into the school's online portal and access course materials.
αρχείο των οικονομικών χρεώσεων και πληρωμών ενός φοιτητή σε ένα εκπαιδευτικό ίδρυμα
Before registering for classes, David had to clear his outstanding balance on his
student
account
.
9
travel
10
bid
5
no more
6
word