·

storybook (EN)
ουσιαστικό, επίθετο

ουσιαστικό “storybook”

ενικός storybook, πληθυντικός storybooks
  1. βιβλίο με ιστορίες
    My daughter loves to read the fairytales in her favorite storybook before bedtime.

επίθετο “storybook”

βασική μορφή storybook, μη βαθμ.
  1. παραμυθένιος (όπως σε παιδικό παραμύθι)
    Their storybook romance led them to a beautiful wedding on the beach, just like they had always dreamed.