οριστικό “other”
- άλλος
Εγγραφείτε για να δείτε τις μεταφράσεις των παραδειγμάτων προτάσεων και τους μονογλωσσικούς ορισμούς κάθε λέξης.
Can you pass me the other plate, please?
- άλλοι (για αρσενικό πληθυντικό), άλλες (για θηλυκό πληθυντικό), άλλα (για ουδέτερο πληθυντικό)
I bought a few bottles of beer, but I think we need to buy some other drinks for the party as well.
- άλλοι
I ate one cookie, and my friend ate all the other cookies.
επίθετο “other”
βασική μορφή other, μη βαθμ.
- εναλλακτικός (σε σειρά)
On every other day, I go for a morning run.
- ξένος (όχι οικείος ή γνωστός)
The customs of the tribe were completely other to what the explorers had known.
ουσιαστικό “other”
other, μόνο ενικός αριθμός
- ο άλλος (από τους δύο)
You take this cookie, and I'll have the other.