ουσιαστικό “future”
ενικός future, πληθυντικός futures ή μη μετρήσιμο
- μέλλον
Εγγραφείτε για να δείτε τις μεταφράσεις των παραδειγμάτων προτάσεων και τους μονογλωσσικούς ορισμούς κάθε λέξης.
She dreams about a bright future full of adventures.
- μέλλοντας
In the sentence "She will travel to Paris next year," the verb "will travel" is in the future.
- μέλλον (προγραμματισμός)
The future will return the result of the asynchronous operation once it completes.
επίθετο “future”
βασική μορφή future, μη βαθμ.
- μελλοντικός
She is saving money for her future education.