ουσιαστικό “textbook”
ενικός textbook, πληθυντικός textbooks
- διδακτικό βιβλίο
Εγγραφείτε για να δείτε τις μεταφράσεις των παραδειγμάτων προτάσεων και τους μονογλωσσικούς ορισμούς κάθε λέξης.
She bought a new physics textbook for her university course.
επίθετο “textbook”
βασική μορφή textbook (more/most)
- υποδειγματικός (όπως σε διδακτικό βιβλίο)
The surgeon performed a textbook operation without any complications.