ουσιαστικό “skylight”
ενικός skylight, πληθυντικός skylights ή μη μετρήσιμο
- φεγγίτης
Εγγραφείτε για να δείτε τις μεταφράσεις των παραδειγμάτων προτάσεων και τους μονογλωσσικούς ορισμούς κάθε λέξης.
The kitchen was brighter after they added a skylight above the dining table.
- άνοιγμα (στον θόλο λάβας)
The scientists observed the glowing lava through a skylight in the lava tube.