ουσιαστικό “scientist”
ενικός scientist, πληθυντικός scientists
- επιστήμονας
Εγγραφείτε για να δείτε τις μεταφράσεις των παραδειγμάτων προτάσεων και τους μονογλωσσικούς ορισμούς κάθε λέξης.
The scientist conducted experiments to understand how plants grow in different environments.