ρήμα “prefer”
απαρέμφατο prefer; αυτός prefers; αόριστος preferred; μετοχή αορ. preferred; μετοχή ενεστ. preferring
- προτιμώ
Εγγραφείτε για να δείτε τις μεταφράσεις των παραδειγμάτων προτάσεων και τους μονογλωσσικούς ορισμούς κάθε λέξης.
She prefers quiet evenings at home to attending loud parties.