επίθετο “ongoing”
βασική μορφή ongoing, μη βαθμ.
- συνεχής
Εγγραφείτε για να δείτε τις μεταφράσεις των παραδειγμάτων προτάσεων και τους μονογλωσσικούς ορισμούς κάθε λέξης.
The construction on the new bridge is ongoing and expected to finish next year.