ουσιαστικό “nation”
ενικός nation, πληθυντικός nations
- έθνος
Εγγραφείτε για να δείτε τις μεταφράσεις των παραδειγμάτων προτάσεων και τους μονογλωσσικούς ορισμούς κάθε λέξης.
Japan is a nation known for its unique culture and technological advancements.
- κράτος
Japan is considered a nation despite having multiple regions with their own unique customs and traditions.
- έθνος (με κοινό ενδιαφέρον ή χαρακτηριστικό)
The Harry Potter nation eagerly awaits the release of the next book in the series.