·

multi-unit (EN)
επίθετο

επίθετο “multi-unit”

βασική μορφή multi-unit, multiunit, μη βαθμ.
  1. πολλαπλών μονάδων
    They moved into a multi-unit apartment building in the city.
  2. πολυκαταστημιακός (σχετικός με επιχείρηση με πολλά καταστήματα)
    She owns a multi-unit franchise of the restaurant chain.