επίθετο “illustrious”
βασική μορφή illustrious (more/most)
- διαπρεπής
Εγγραφείτε για να δείτε τις μεταφράσεις των παραδειγμάτων προτάσεων και τους μονογλωσσικούς ορισμούς κάθε λέξης.
The Nobel Prize winner was an illustrious scientist, celebrated for her groundbreaking research.