Αυτή η λέξη μπορεί επίσης να είναι μια μορφή του:
ουσιαστικό “heating”
ενικός heating, πληθυντικός heatings ή μη μετρήσιμο
- θέρμανση (σύστημα)
Εγγραφείτε για να δείτε τις μεταφράσεις των παραδειγμάτων προτάσεων και τους μονογλωσσικούς ορισμούς κάθε λέξης.
The heating in the office broke down during the winter storm.
επίθετο “heating”
βασική μορφή heating, μη βαθμ.
- θερμαντικός
He used a heating pad to soothe his sore muscles.