επίθετο “harsh”
βασική μορφή harsh, harsher, harshest (ή more/most)
- τραχύς
Εγγραφείτε για να δείτε τις μεταφράσεις των παραδειγμάτων προτάσεων και τους μονογλωσσικούς ορισμούς κάθε λέξης.
The harsh wind cut through their thin jackets.
- σκληρός (αυστηρός, απάνθρωπος)
The critics gave the movie harsh reviews.