ουσιαστικό “gearstick”
ενικός gearstick, πληθυντικός gearsticks
- λεβιές ταχυτήτων
Εγγραφείτε για να δείτε τις μεταφράσεις των παραδειγμάτων προτάσεων και τους μονογλωσσικούς ορισμούς κάθε λέξης.
He gripped the gearstick and shifted smoothly into third gear.