ουσιαστικό “gearshift”
ενικός gearshift, πληθυντικός gearshifts
- λεβιές ταχυτήτων
Εγγραφείτε για να δείτε τις μεταφράσεις των παραδειγμάτων προτάσεων και τους μονογλωσσικούς ορισμούς κάθε λέξης.
She grasped the gearshift and smoothly changed into a higher gear.
- αλλαγή ταχυτήτων
His quick gearshift helped the car accelerate rapidly.