ρήμα “wish”
απαρέμφατο wish; αυτός wishes; αόριστος wished; μετοχή αορ. wished; μετοχή ενεστ. wishing
- επιθυμώ
Εγγραφείτε για να δείτε τις μεταφράσεις των παραδειγμάτων προτάσεων και τους μονογλωσσικούς ορισμούς κάθε λέξης.
She wishes for a new bike on her birthday.
- θα ήθελα (με υποτακτική)
She wishes she could fly like a bird across the endless skies.
- εύχομαι
I wish my friend good luck on her exam tomorrow.
ουσιαστικό “wish”
ενικός wish, πληθυντικός wishes ή μη μετρήσιμο
- επιθυμία
Her wish was to see the ocean for the first time.