ουσιαστικό “villa”
ενικός villa, πληθυντικός villas
- βίλα
Εγγραφείτε για να δείτε τις μεταφράσεις των παραδειγμάτων προτάσεων και τους μονογλωσσικούς ορισμούς κάθε λέξης.
They rented a villa in Tuscany for their summer holidays.
- μονοκατοικία (σε προάστιο)
They bought a Victorian villa on Elm Street.
- έπαυλη (στην αρχαία Ρώμη)
Archaeologists discovered the ruins of a Roman villa near the river.