·

town hall (EN)
φράση

φράση “town hall”

  1. δημαρχείο
    The mayor's office is located inside the historic town hall in the center of the city.
  2. δημόσια συνάντηση όπου οι πολίτες μπορούν να ακούσουν αξιωματούχους και να κάνουν ερωτήσεις
    The local residents attended the town hall to voice their concerns about the new construction project.
  3. (μετωνυμικά) η τοπική κυβέρνηση ή διοίκηση μιας πόλης
    After the elections, the new policies were quickly implemented by the town hall.