Εργαζόμαστε επιμελώς για να προσθέσουμε αυτή τη λέξη στο έξυπνο λεξικό μας 😊.
ˈprɑːmɪsɪz US ˈprɒmɪsɪz UK
·

promise well (EN)
φραστικό ρήμα

φραστικό ρήμα “promise well”

  1. προμηνύεται καλά
    The clear sky this morning promises well for our hike up the mountain.