ουσιαστικό “plumber”
ενικός plumber, πληθυντικός plumbers
- υδραυλικός
Εγγραφείτε για να δείτε τις μεταφράσεις των παραδειγμάτων προτάσεων και τους μονογλωσσικούς ορισμούς κάθε λέξης.
When the kitchen sink started leaking, we called a plumber to fix it.