ρήμα “overbook”
απαρέμφατο overbook; αυτός overbooks; αόριστος overbooked; μετοχή αορ. overbooked; μετοχή ενεστ. overbooking
- υπεράριθμες κρατήσεις
Εγγραφείτε για να δείτε τις μεταφράσεις των παραδειγμάτων προτάσεων και τους μονογλωσσικούς ορισμούς κάθε λέξης.
The airline overbooked the flight, so some passengers had to wait for the next one.
- υπερβολικός προγραμματισμός (δραστηριοτήτων ή ραντεβού)
She overbooked her day with meetings and couldn't attend them all.