·

once removed (EN)
φράση

φράση “once removed”

  1. (στις οικογενειακές σχέσεις) περιγράφει κάποιον που είναι μία γενιά μακριά στη συγγενική σχέση· το παιδί του ξαδέλφου ή ο γονέας του ξαδέλφου.
    At the family reunion, I met my first cousin once removed; she is my cousin's daughter.