ουσιαστικό “noun”
ενικός noun, πληθυντικός nouns
- ουσιαστικό
Εγγραφείτε για να δείτε τις μεταφράσεις των παραδειγμάτων προτάσεων και τους μονογλωσσικούς ορισμούς κάθε λέξης.
In the sentence "The cat sat on the mat," the words "cat" and "mat" are nouns.