·

late check-out (EN)
φράση

φράση “late check-out”

  1. καθυστερημένη αναχώρηση (μια διευθέτηση που επιτρέπει σε έναν επισκέπτη να φύγει από ένα ξενοδοχείο ή κατάλυμα αργότερα από την κανονική ώρα αναχώρησης)
    The hotel offered us a late check-out so we could enjoy a leisurely morning before our flight.