·

glove compartment (EN)
φράση

φράση “glove compartment”

  1. μικρή θήκη στο ταμπλό ενός αυτοκινήτου που χρησιμοποιείται για την αποθήκευση αντικειμένων
    She kept her sunglasses and a map in the glove compartment.