ουσιαστικό “burial”
ενικός burial, πληθυντικός burials ή μη μετρήσιμο
- ταφή
Εγγραφείτε για να δείτε τις μεταφράσεις των παραδειγμάτων προτάσεων και τους μονογλωσσικούς ορισμούς κάθε λέξης.
The village held a quiet burial for the elderly woman who had passed away.