Αυτή η λέξη μπορεί επίσης να είναι μια μορφή του:
επίρρημα “better”
- καλύτερα
Εγγραφείτε για να δείτε τις μεταφράσεις των παραδειγμάτων προτάσεων και τους μονογλωσσικούς ορισμούς κάθε λέξης.
You better clean your room before mom gets home.
ουσιαστικό “better”
ενικός better, πληθυντικός betters
- ο καλύτερος
In the chess tournament, she met her better and lost in the final round.
ρήμα “better”
απαρέμφατο better; αυτός betters; αόριστος bettered; μετοχή αορ. bettered; μετοχή ενεστ. bettering
- βελτιώνω
He took night classes to better his understanding of finance.