·

against the odds (EN)
φράση

φράση “against the odds”

  1. ενάντια στις πιθανότητες (με τρόπο που αψηφά τις προσδοκίες)
    The company, against the odds, turned a profit in its first year.
  2. παρά τις πιθανότητες (παρά το ότι είναι απίθανο να επιτύχει)
    Against the odds, the climbers reached the summit before the storm hit.