ουσιαστικό “SUV”
ενικός SUV, πληθυντικός SUVs
- Sport Utility Vehicle, ένα μεγάλο όχημα παρόμοιο με αυτοκίνητο αλλά κατασκευασμένο ψηλότερα από το έδαφος.
Εγγραφείτε για να δείτε τις μεταφράσεις των παραδειγμάτων προτάσεων και τους μονογλωσσικούς ορισμούς κάθε λέξης.
They used their SUV to drive through the muddy roads after the storm.