ουσιαστικό “trailer”
ενικός trailer, πληθυντικός trailers
- ρυμουλκούμενο
Εγγραφείτε για να δείτε τις μεταφράσεις των παραδειγμάτων προτάσεων και τους μονογλωσσικούς ορισμούς κάθε λέξης.
We loaded the furniture onto the trailer and drove to our new house.
- τροχόσπιτο
They spent the summer traveling across the country in their trailer.
- τροχοβίλα (μόνιμη κατοικία)
They bought a trailer in a quiet neighborhood.
- τρέιλερ (διαφήμιση ή προεπισκόπηση για μια ταινία, τηλεοπτική εκπομπή ή βιντεοπαιχνίδι)
The movie trailer got everyone excited about the upcoming release.