ουσιαστικό “sunroof”
ενικός sunroof, πληθυντικός sunroofs
- ηλιοροφή
Εγγραφείτε για να δείτε τις μεταφράσεις των παραδειγμάτων προτάσεων και τους μονογλωσσικούς ορισμούς κάθε λέξης.
As the sun was shining, she opened the sunroof to enjoy the warm breeze.