·

seller's market (EN)
φράση

φράση “seller's market”

  1. αγορά πωλητή (μια κατάσταση όπου οι πωλητές μπορούν να απαιτήσουν υψηλές τιμές επειδή η ζήτηση είναι μεγαλύτερη από την προσφορά)
    The housing market in the city is a seller's market; houses are selling for much more than their listed prices.