ουσιαστικό “participle”
ενικός participle, πληθυντικός participles
- μετοχή
Εγγραφείτε για να δείτε τις μεταφράσεις των παραδειγμάτων προτάσεων και τους μονογλωσσικούς ορισμούς κάθε λέξης.
The present participle of "go" is "going", while the past participle is "gone".