·

manufactured home (EN)
φράση

φράση “manufactured home”

  1. κατασκευασμένο σπίτι (ένα σπίτι που κατασκευάζεται σε εργοστάσιο και στη συνέχεια μεταφέρεται στον τόπο όπου θα ζήσουν οι άνθρωποι σε αυτό)
    They decided to purchase a manufactured home to settle quickly after relocating.