·

light-duty (EN)
επίθετο

επίθετο “light-duty”

βασική μορφή light-duty, μη βαθμ.
  1. σχεδιασμένο για εργασίες που απαιτούν ελάχιστη σωματική προσπάθεια ή χειρισμό μικρών φορτίων
    He purchased a light-duty truck for his deliveries.