·

joint account (EN)
φράση

φράση “joint account”

  1. κοινός λογαριασμός (τραπεζικός λογαριασμός που μοιράζονται δύο ή περισσότερα άτομα, επιτρέποντας σε κάθε άτομο να καταθέτει και να αποσύρει χρήματα)
    They opened a joint account to manage their household bills together.