·

gross pay (EN)
φράση

φράση “gross pay”

  1. μικτές αποδοχές (το συνολικό ποσό χρημάτων που κερδίζεται πριν από οποιεσδήποτε κρατήσεις όπως φόροι ή ασφάλιση)
    Although her gross pay was $5,000 per month, she took home much less after taxes and other deductions.