ουσιαστικό “disclaimer”
ενικός disclaimer, πληθυντικός disclaimers
- αποποίηση ευθύνης
Εγγραφείτε για να δείτε τις μεταφράσεις των παραδειγμάτων προτάσεων και τους μονογλωσσικούς ορισμούς κάθε λέξης.
The disclaimer on the website says they are not liable for any damage caused by using the information.
- αποποίηση (νομική δήλωση)
After the will was read, he signed a disclaimer relinquishing his inheritance.