ουσιαστικό “disc”
ενικός disc, πληθυντικός discs
- δίσκος
Εγγραφείτε για να δείτε τις μεταφράσεις των παραδειγμάτων προτάσεων και τους μονογλωσσικούς ορισμούς κάθε λέξης.
She used a small ceramic disc as a coaster for her mug.
- βινύλιο
He carefully placed the old jazz disc on the turntable and dropped the needle.
- δισκάκι (για αποθήκευση δεδομένων)
I need to burn these files onto a disc before I give the presentation.
- μεσοσπονδύλιος δίσκος
The MRI showed that she had a herniated disc in her lower back.