ρήμα “differ”
απαρέμφατο differ; αυτός differs; αόριστος differed; μετοχή αορ. differed; μετοχή ενεστ. differing
- διαφέρω
Εγγραφείτε για να δείτε τις μεταφράσεις των παραδειγμάτων προτάσεων και τους μονογλωσσικούς ορισμούς κάθε λέξης.
Cats differ from dogs in their behavior and habits.
- διαφωνώ
The two friends often differ on which movie to watch.
- διαφέρω (κατά το δεδομένο ποσό)
The numbers 5 and 15 differ by 10.
ουσιαστικό “differ”
ενικός differ, πληθυντικός differs
- εργαλείο σύγκρισης (στον υπολογιστή)
The differ showed the changes between the two versions of the document.