τρέχων δείκτης (ένα μέτρο της ικανότητας μιας εταιρείας να πληρώνει τα βραχυπρόθεσμα χρέη της, υπολογιζόμενο διαιρώντας τα κυκλοφορούντα περιουσιακά στοιχεία με τις τρέχουσες υποχρεώσεις)
Εγγραφείτε για να δείτε τις μεταφράσεις των παραδειγμάτων προτάσεων και τους μονογλωσσικούς ορισμούς κάθε λέξης.
The company's currentratio improved after it increased its cash reserves.