ουσιαστικό “accountant”
ενικός accountant, πληθυντικός accountants
- λογιστής
Εγγραφείτε για να δείτε τις μεταφράσεις των παραδειγμάτων προτάσεων και τους μονογλωσσικούς ορισμούς κάθε λέξης.
As a small business owner, she relies on her accountant to handle taxes and payroll.