ουσιαστικό “website”
ενικός website, πληθυντικός websites
- ιστοσελίδα
Εγγραφείτε για να δείτε τις μεταφράσεις των παραδειγμάτων προτάσεων και τους μονογλωσσικούς ορισμούς κάθε λέξης.
Before making any purchases, I always check the reviews on the store's website.