·

somewhere (EN)
επίρρημα, αντωνυμία

επίρρημα “somewhere”

somewhere
  1. κάπου (σε άγνωστο μέρος)
    I left my wallet somewhere in this room.
  2. κάπου (προς άγνωστο μέρος)
    They decided to go somewhere peaceful for the weekend.
  3. κάπου (σε άγνωστο σημείο στον χρόνο ή σε κλίμακα)
    Her age is somewhere between 30 and 40.

αντωνυμία “somewhere”

somewhere
  1. κάπου (άγνωστο μέρος)
    She was looking for somewhere to call home.